psychothérapie
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
psychothérapie | psychothérapies |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]psychothérapie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
psychothérapie | psychothérapies |
psychothérapie (fr) θηλυκό