Μετάβαση στο περιεχόμενο

pumpkin

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
pumpkin pumpkins

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

pumpkin (en)

Εκφράσεις

[επεξεργασία]