pusillanimité

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
pusillanimité < δημώδης λατινική pusillanimitas

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /py.zi(l).la.ni.mi.te/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
pusillanimité pusillanimités

pusillanimité (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]