récompense
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
récompense | récompenses |
récompense (fr) θηλυκό
- η αμοιβή, η ανταμοιβή, η αντάμειψη, η επιβράβευση
![]() |
ενικός | πληθυντικός |
récompense | récompenses |
récompense (fr) θηλυκό