réensemencement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
réensemencement | réensemencements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
réensemencement (fr) αρσενικό
- η εκ νέου σπορά
ενικός | πληθυντικός |
réensemencement | réensemencements |
réensemencement (fr) αρσενικό