révérence
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
révérence | révérences |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]révérence (fr) θηλυκό
- η ρεβεράντζα, η υπόκλιση, η προσκύνηση
ενικός | πληθυντικός |
révérence | révérences |
révérence (fr) θηλυκό