radicale
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
radicale | radicales |
radicale (fr)
- θηλυκό του radical : η ριζοσπάστρια