ragoûtant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | ragoûtant | ragoûtants |
θηλυκό | ragoûtante | ragoûtantes |
Επίθετο[επεξεργασία]
ragoûtant (fr)
- (παραδοσιακή ορθογραφία) ορεκτικός
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- (ορθογραφία του 1990) ragoutant