Μετάβαση στο περιεχόμενο

remedio

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
remedio < λατινική remedium  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  ·  δείτε και την ιταλική rimedio

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

remedio (vec)

  1. θεραπεία
  2. φάρμακο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]