remedio
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βενετικά (vec)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- remedio < λατινική remedium • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε; · → δείτε και την ιταλική rimedio
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
remedio (vec)