sacramentellement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- sacramentellement < sacramentel
Επίρρημα[επεξεργασία]
sacramentellement (fr)
- με τελετουργικό τρόπο ή με τρόπο που θυμίζει κάποιο μυστήριο