salariat

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
salariat salariats

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

salariat (fr) αρσενικό