Μετάβαση στο περιεχόμενο

saucisse

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
saucisse saucisses

saucisse (fr) θηλυκό