schématique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʃe.ma.tik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
schématique schématiques

schématique (fr) αρσενικό ή θηλυκό