shooter
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]shooter (en)
- αυτός που πυροβολεί
- σκοπευτής
Σύνθετα
[επεξεργασία]Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]shooter (fr)