sleet
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]sleet (en)
- χιονόβροχο, χιονόνερο, βροχή που γίνεται πάγος ή πάγος που λιώνει πριν φτάσει στο έδαφος
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- slush (μισολειωμένο χιόνι)
![]() |
sleet (en)