solstice
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
solstice | solstices |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]solstice (en)
- (αστρονομία) το ηλιοστάσιο
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
solstice | solstices |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]solstice (fr) αρσενικό
- (αστρονομία) το ηλιοστάσιο