splash
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- splash < plash
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]splash (en)
Ρήμα
[επεξεργασία]splash (en)
- πιτσιλώ
- καταβρέχω
- πλατσουρίζω
- προβάλλω με τρόπο εντυπωσιακό