stimuli
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
stimuli (en)
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα stimuli | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | stimulas | stimulanta | stimulata |
αόριστος | stimulis | stimulinta | stimulita |
μέλλοντας | stimulos | stimulonta | stimulota |
υποθετική | stimulus | - | - |
προστακτική | stimulu | - | - |
stimuli (eo)