stoïcisme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
stoïcisme stoïcismes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

stoïcisme (fr) αρσενικό