strona

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

strona < πρωτοσλαβική storna

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

strona (pl) θηλυκό

  1. η σελίδα
  2. η πλευρά, η μεριά
  3. (γραμματική) η φωνή
    strona czynna, bierna, zwrotna - ενεργητική, μέση, παθητική φωνή

Εκφράσεις[επεξεργασία]