stucateur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
stucateur | stucateurs |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
stucateur (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
stucateur | stucateurs |
stucateur (fr) αρσενικό