suitableness
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]suitableness (en)
- η καταλληλότητα
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη appropriateness