surbooké

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό surbooké surbookés
θηλυκό surbookée surbookées

Επίθετο[επεξεργασία]

surbooké (fr)

  • με υπεράριθμες κρατήσεις θέσεων ή εισιτηρίων