swelter
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | swelter |
γ΄ ενικό ενεστώτα | swelters |
αόριστος | sweltered |
παθητική μετοχή | sweltered |
ενεργητική μετοχή | sweltering |
Ρήμα[επεξεργασία]
swelter (en)