Μετάβαση στο περιεχόμενο

swelter

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας swelter
γ΄ ενικό ενεστώτα swelters
αόριστος sweltered
παθητική μετοχή sweltered
ενεργητική μετοχή sweltering

swelter (en)