tarifaire
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
tarifaire | tarifaires |
Επίθετο
[επεξεργασία]tarifaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη tarif
ενικός | πληθυντικός |
tarifaire | tarifaires |
tarifaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό