tentacule
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /tɑ̃.ta.kyl/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tentacule | tentacules |
tentacule (fr) αρσενικό
- το πλοκάμι
ενικός | πληθυντικός |
tentacule | tentacules |
tentacule (fr) αρσενικό