they're

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
they're: συναίρεση του they + 're (are)

Συγχώνευση

[επεξεργασία]

they're (en)

  • (αυτοί/αυτές/αυτά) είναι ή οπουδήποτε η αντωνυμία they + το ρήμα are τοποθετούνται μαζί για να φτιάξουν τον χρόνο του present continuous ή τους χρόνους που ανήκουν στο future tense με going to
    ⮡  They're my parents.
    Αυτοί είναι οι γονείς μου.
    ⮡  They're studying for the exams.
    Σπουδάζουν για τις εξετάσεις.
    ⮡  When you arrive, they're going to have been working since four in the morning.
    Όταν φτάσεις, θα δουλεύουν από τις τέσσερις το πρωί.