είναι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
είναι < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική εἶναι

Προφορά

[επεξεργασία]
λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: εί‐ναι
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

είναι ουδέτερο άκλιτο

  • η κατάσταση της ύπαρξης, το να υπάρχει κάποιος

Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
είναι < λείπει η ετυμολογία

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

είναι

  1. γ΄ πρόσωπο ενικού οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του είμαι
  2. γ΄ πρόσωπο πληθυντικού οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του είμαι
πολυτονική γραφή: εἶναι

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]