πολυτονικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πολυτονικό ουδέτερο
- το πολυτονικό σύστημα γραφής της ελληνικής γλώσσας στο οποίο χρησιμοποιούνται πολλά (τονικά σημεία (τόνοι) (ψιλή, περισπωμένη, βαρεία) καθώς και πνεύματα (ψιλή, δασεία) για την απόδοση της αρχαίας προφοράς της γλώσσας αλλά και πρακτικά για να διασωθεί το λεξιλόγιο και να μη συγχέονται μεταξύ τους λέξεις διαφορετικής σημασίας που ήταν φαινομενικά ομόηχες
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- το πολυτονικό εισήχθη κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, η χρήση του γενικεύθηκε τον 9ο μ.Χ. αι. με την καθιέρωση της μικρογράμματης γραφής και καταργήθηκε τον Ιανουάριο του 1982)
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
πολυτονικό
- αιτιατική ενικού του πολυτονικός
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του πολυτονικός