προφορά
Πήδηση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | προφορά | προφορές |
γενική | προφοράς | προφορών |
αιτιατική | προφορά | προφορές |
κλητική | προφορά | προφορές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προφορά < ελληνιστική κοινή προφορά < αρχαία ελληνική προφέρω < πρό + φέρω < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *bʰer-
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
προφορά θηλυκό
- τρόπος με τον οποίο αρθρώνονται οι φθόγγοι και οι λέξεις
- τρόπος με τον οποίο μιλάει κάποιος
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προφορά