Μετάβαση στο περιεχόμενο

though

Από Βικιλεξικό

Επίρρημα

[επεξεργασία]

though (en) (χωρίς παραθετικά)

Σύνδεσμος

[επεξεργασία]

though (en)

  • εντούτοις, μολονότι, αν και
    παράδειγμα  There were a lot of discussion; though, the problem is not solved yet.
    Έγιναν πολλές συζητήσεις· εντούτοις το πρόβλημα δε λύθηκε ακόμη.
    παράδειγμα  He listened to every word carefully, though he didn’t understand them.
    Άκουγε κάθε λέξη τους προσεκτικά, μολονότι δεν τους καταλάβαινε.
    παράδειγμα  Though he didn’t speak. we understood what he was thinking.
    Αν και δε μίλησε, καταλάβαμε τι σκεφτόταν.
     συνώνυμα:  δείτε τον όρο even though