tighten one's belt

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

tighten one's belt < → δείτε τις λέξεις tighten, one's και belt

Έκφραση[επεξεργασία]

tighten one's belt (en)

  • (ιδιωματισμός, μεταφορικά) σφίγγω το ζωνάρι/τη ζώνη
    I am tightening my belt at the supermarket due to high inflation.
    Σφίγγω το ζωνάρι στο σούπερ μάρκετ λόγω του υψηλού πληθωρισμού.

Πηγές[επεξεργασία]