transfert
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
transfert | transferts |
transfert (fr) αρσενικό
- η μεταφορά, η μεταβίβαση