tubulaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tubulaire | tubulaires |
Επίθετο[επεξεργασία]
tubulaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- σωληνοειδής
- αποτελούμενος από σωλήνες
ενικός | πληθυντικός |
tubulaire | tubulaires |
tubulaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό