tumulus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tumulus | tumulus |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tumulus (fr) αρσενικό
- ο τύμβος
- ο λοφότυμβος, ο χωματότυμβος