uccello
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά
(it)
[
επεξεργασία
]
ενικός
πληθυντικός
uccello
uccelli
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
uccello
(it)
αρσενικό
(
πτηνά
) το
πουλί
Κατηγορίες
:
Ιταλική γλώσσα
Ουσιαστικά (ιταλικά)
Αντίστροφο λεξικό (ιταλικά)
Πτηνά (ιταλικά)
Ζώα (ιταλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Download QR code
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Aragonés
Azərbaycanca
Беларуская
Brezhoneg
Català
Corsu
Čeština
Cymraeg
Dansk
Deutsch
ދިވެހިބަސް
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
فارسی
Suomi
Na Vosa Vakaviti
Français
Frysk
Galego
Magyar
Հայերեն
Bahasa Indonesia
Ido
Íslenska
Italiano
日本語
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Kernowek
Кыргызча
Limburgs
Lietuvių
Latviešu
Māori
Македонски
Монгол
Nāhuatl
Nederlands
Norsk
Occitan
Oromoo
Polski
Português
Română
Русский
Sicilianu
Sängö
සිංහල
Gagana Samoa
Soomaaliga
Shqip
Svenska
Kiswahili
தமிழ்
Тоҷикӣ
ไทย
Tagalog
Türkçe
ئۇيغۇرچە / Uyghurche
Українська
Oʻzbekcha / ўзбекча
Vèneto
中文