ventilation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ventilation (en) (μη μετρήσιμο)
- ο εξαερισμός
- ↪ I installed a ventilation system.
- Εγκατέστησα σύστημα εξαερισμού.
- ↪ I installed a ventilation system.
Πηγές[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ventilation (fr)