verdes
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
verdes (pt)
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
verdes (pt)
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
verdes (pt)
- δεύτερο πρόσωπο πληθυντικού του προσωπικού απαρεμφάτου του ρήματος ver