Μετάβαση στο περιεχόμενο

vertu

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
vertu vertus

vertu (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]