vienres
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αστουριανά (ast)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- vienres < λατινική dīēs Veneris
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
vienres αρσενικό (πληθυντικός vienres)