volumen-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

volumen- < αγγλική volume, γαλλική volume

Ρίζα[επεξεργασία]

volumen- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: όγκος

Παράγωγα[επεξεργασία]