ziggourat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ziggourat < ziggurat < ασσυριακή zigguratu
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
ziggourat | ziggourats |
ziggourat (fr) θηλυκό