τόγα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lemur12 (συζήτηση | συνεισφορές)
νέο αρθρο
Lemur12 (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{el-κλίσ-'ώρα'|τόγ|τογ}}
{{el-κλίσ-'ώρα'|τόγ|τογ}}
[[Image:Toga (PSF).png|thumb|right|Μια τόγα.]]
[[Image:Toga (PSF).png|thumb|right|Μια τόγα.]]
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
Γραμμή 15: Γραμμή 15:
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|toga}}
* {{en}} : {{τ|en|toga}}
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} -->
Γραμμή 21: Γραμμή 21:
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
<!-- * {{fr}} : {{τ|fr|XXX}} -->
<!-- * {{fr}} : {{τ|fr|XXX}} -->
* {{de}} : {{τ|de|Toga}}
* {{de}} : {{τ|de|Toga}}
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} -->
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} -->
* {{mt}} : {{τ|mt|toga}}
* {{mt}} : {{τ|mt|toga}}

Αναθεώρηση της 22:48, 3 Σεπτεμβρίου 2012

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'ώρα'

Μια τόγα.

Ετυμολογία

τόγα < από το λατινικό toga< από το tegō (ντύνομαι)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

τόγα θηλυκό

  1. Το κύριο ένδυμα που φορούσαν οι Ρωμαίοι πολίτες, αποτελούμενο από ένα ιμάτιο με πολλές πτυχώσεις γύρω από το σώμα.

Στην αρχαία Ρώμη, το χρώμα της τόγας διέφερε ανάλογα με την κοινωνική θέση αυτού που την φορούσε.

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «τογα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'τόγα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «τογα».