ζωγραφίζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 62: Γραμμή 62:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|ζωγραφιζω}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[en:ζωγραφίζω]]
[[en:ζωγραφίζω]]

Αναθεώρηση της 17:13, 23 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ζωγραφίζω < ζωγράφος

Ρήμα

ζωγραφίζω

  1. σχεδιάζω γραμμές και/ή καλύπτω επιφάνειες με χρώματα, ώστε να δημιουργήσω μία ζωγραφική εικόνα, να αναπαραστήσω πρόσωπα ή πράγματα ή αφηρημένες εικόνες και να φέρω ένα αισθητικό αποτέλεσμα
  2. είμαι ζωγράφος
  3. (μεταφορικά) εκτελώ με δεξιοτεχνία μια συγκεκριμένη εργασία

Συγγενικά

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις