ψάλλομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en |
μ →{{ετυμολογία}}: αντικατέστησε: {{αρχ}} ψάλλω → {{αρχ|ψάλλω}} με τη χρήση AWB |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{προσχέδιο}} |
{{προσχέδιο}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μτγν|ψάλλομαι}} < {{αρχ|ψάλλω}} |
||
==={{ρήμα|el}}=== |
==={{ρήμα|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' και [[ψέλνομαι]] (ψάλλομαι, ψαλλόμουν, θα ψαλθώ - θα ψάλλομαι, ψάλθηκα, έχω/είχα/θα έχω ψαλθεί) |
'''{{PAGENAME}}''' και [[ψέλνομαι]] (ψάλλομαι, ψαλλόμουν, θα ψαλθώ - θα ψάλλομαι, ψάλθηκα, έχω/είχα/θα έχω ψαλθεί) |
Αναθεώρηση της 17:54, 28 Απριλίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ψάλλομαι < ελληνιστική ψάλλομαι < αρχαία ελληνική ψάλλω
Ρήμα
ψάλλομαι και ψέλνομαι (ψάλλομαι, ψαλλόμουν, θα ψαλθώ - θα ψάλλομαι, ψάλθηκα, έχω/είχα/θα έχω ψαλθεί)
- για κάτι που τραγουδιέται σε ειδικό ρυθμό από χορωδία ή από ψάλτη (συνήθως για ύμνους)
- Χτες ψάλθηκε το Τροπάριο της Κασσιανής (και αρχαϊζων αόριστος "εψάλη")
- το ψαλλόμενο τροπάριο (που ψέλνεται, ψάλλεται τώρα)
- το ψαλθέν τροπάριο (που ψάλθηκε, με αρχαϊζουσα μετοχή της καθαρεύουσας)
Μεταφράσεις
ψάλλομαι
|