πακέτο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{=el=}}
===Ετυμολογία===
{{-ετυμ-}}

#Από το ιταλικό [[pacchetto]].
===Ουσιαστικό===
#(Το ίδιο.)

#Από το αγγλικό [[package]].
πακετό ουδέτερο
{{-ουσ-}}

'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
===Ρήμα===
#Δέμα {π.χ. δώρο) περιτυλιγμένο σε χαρτί.

#:''Ο ταχυδρόμος έφερε ένα '''πακέτο'''.''
πακετάρο
#Κουτί με τσιγάρα.

#:''Αγόρασε ένα '''πακέτο''' (τσιγάρα).''
===Επίθετο===
#(όρος της οικονομίας) Σύνολο προτάσεων προς μελέτη.

#:''Ο επίτροπος πρότεινε ένα '''πακέτο''' για τα μεσογειακά κράτη.''
πακεταρισμένο ουδέτερο
{{-συγγ-}}

*[[πακετάρω]]
===Μεταφράσεις===
*[[πακεταρισμένος]]

{{-μτφ-}}

{| border=0 width=100%
{| border=0 width=100%
|-
|-
|bgcolor="#FFFFE0" valign=top width=48%|
|valign=top width=48%|
{|
{|
*Αγγλικά: [[package]] ''o'' {1}, [[box]] ''o'' {2}
*Αγγλικά: 1. [[box]] 2. [[pack]] 3. [[package]]
*Αραβικά:
<!-- *Αραβικά: -->
*Βιετναμέζικά:
<!-- *Βιετναμέζικά: -->
*Βουλγαρικά:
<!-- *Βουλγαρικά: -->
*Βρετανικά: [[package]] ''o'' {1}, [[box]] ''o'' {2}
*Βρετανικά: 1. [[box]] 2. [[pack]] 3. [[package]]
*Γαλλικά: [[paquet]] ''α''
*Γαλλικά: 1-2. [[paquet]] ''α'' 3. [[package]] ''α''
*Γερμανικά: [[Packet]] ''o'' {1}, [[Päckchen]] ''o'' {2}
*Γερμανικά: 1-2. [[Päckchen]] ''o'' 3. [[Packet]] ''o''
<!-- *Εβραϊκά: -->
*Εσπεράντο:
<!-- *Εσπεράντο: -->
*Εσθονικά:
<!-- *Ιαπωνικά: -->
*Ιαπωνέζικα:
<!-- *Ido: -->
*Interlingua (Ιντερλίνγκουα):
<!-- *Ισπανικά: -->
*Ίντο/Ido:
<!-- *Ιταλικά: -->
*Ιρλανδικά:
<!-- *Κινεζικά: -->
*Ισλανδικά:
<!-- *Κορεατικά: -->
*Ισπανικά:
<!-- *Κροατικά: -->
*Ιταλικά:
*Καταλανικά:
*Κινεζικά:
*Κορεατικά:
*Κουρδικά:
*[[Κρη]]/[[Κρι]]:
*Κροατικά:
|}
|}
| width=1% |
| width=1% |
|bgcolor="#FFFFE0" valign=top width=48%|
|valign=top width=48%|
{|
{|
*Λατινικά:
<!-- *Λατινικά: -->
*Λιθουανικά:
<!-- *Λιθουανικά: -->
<!-- *Ολλανδικά: -->
*Μαλαισιακά:
<!-- *Ουγγρικά: -->
*Ολλανδικά:
<!-- *Ουκρανικά: -->
*Ουαλλέζικά:
<!-- *Πολωνικά: -->
*Ουγγρικά:
<!-- *Πορτογαλικά: -->
*Ουκρανικά:
<!-- *Ρουμανικά: -->
*Πολωνικά:
<!-- *Ρωσικά: -->
*Πορτογαλικά:
<!-- *Σερβικά: -->
*Ρουμανικά:
<!-- *Σουηδικά: -->
*Ρωμανικά (Βλαχικά):
<!-- *Τουρκικά: -->
*Ρωσικά:
<!-- *Φιλανδικά: -->
*Σερβικά:
*Σλοβάκικά:
*Σλοβενικά:
*Σουηδικά:
*Ταϊλανδικά:
*Τουρκικά:
*Τσεχικά:
*Φινλανδικά:
|}
|}
|}
|}


[[Κατηγορία:Ελληνική γλώσσα]]
[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]]

Αναθεώρηση της 08:53, 7 Μαΐου 2006

Πρότυπο:=el= Πρότυπο:-ετυμ-

  1. Από το ιταλικό pacchetto.
  2. (Το ίδιο.)
  3. Από το αγγλικό package.

Πρότυπο:-ουσ- πακέτο ουδέτερο

  1. Δέμα {π.χ. δώρο) περιτυλιγμένο σε χαρτί.
    Ο ταχυδρόμος έφερε ένα πακέτο.
  2. Κουτί με τσιγάρα.
    Αγόρασε ένα πακέτο (τσιγάρα).
  3. (όρος της οικονομίας) Σύνολο προτάσεων προς μελέτη.
    Ο επίτροπος πρότεινε ένα πακέτο για τα μεσογειακά κράτη.

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-μτφ-