ανασυνιστώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανασυνιστώ < λόγια λέξη της καθαρεύουσας από το ανά και την αρχαία ελληνική συνίστημι ή συνιστάω ή συνιστάνω

Ρήμα[επεξεργασία]

ανασυνιστώ


Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

  • οι τρεις μορφές του ρήματος στον προφορικό λόγο έχουν δημιουργήσει μια πληθώρα τύπων που πολλοί ισχύουν και για τις τρεις μορφές του ρήματος

Μεταφράσεις[επεξεργασία]