αυθαίρετα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
αυθαίρετα
- άλλη μορφή του αυθαιρέτως
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
αυθαίρετα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αυθαίρετο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αυθαίρετα