επεισοδιακά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
επεισοδιακά < επεισοδιακ(ός) +

Επίρρημα

[επεξεργασία]

επεισοδιακά

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

επεισοδιακά