επιλέγομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
επιλέγομαι, πρτ.: επιλεγόμουν, στ.μέλλ.: θα επιλεχθώ/επιλεχτώ/επιλεγώ, αόρ.: επιλέχθηκα/επιλέχτηκα/επελέγην, μτχ.π.π.: επιλεγμένος
- παθητική φωνή του ρήματος επιλέγω